Διαλέγοντας το δήμιό μας

Του Θύμιου Λυμπερόπουλου

Η ιστορία επαναλαμβάνεται, κάποιες φορές για να δρομολογηθούν οι απαραίτητες ισορροπίες, κάποιες άλλες για να διαπιστώνονται τα λάθη και να διορθώνονται.

Η πολιτική ιστορία του τελευταίου αιώνα περιλαμβάνει δύο παγκόσμιους πολέμους (συμμετοχή της χώρας μας και στους δύο) και πλήθος μικρότερων αλλά εξίσου σημαντικών γεγονότων. Με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, στο πολιτικό λεξιλόγιο εισήχθη ένας νέος όρος, ο νεοφιλελευθερισμός . Πρόκειται για μια ακραία ιδεολογία που στοχεύει στην πλήρη κυριαρχία των αγορών από τις πολυεθνικές και στην πλήρη απελευθέρωση των κοινωνιών από την κρατική πρόσβαση ή παρέμβαση του κράτους (φεουδαρχικά πρότυπα). Στην ουσία πρόκειται για την «μεγάλη επιστροφή» των πολυεθνικών οι οποίες προσπαθούν να επανακτήσουν τα προνόμια που έχασαν από την μεταπολεμική εποχή και τις ‘’ κέϋσιανές’’ ρυθμίσεις.

Ο Τζων Μέυναρντ Κέϋνς δημιουργός της Κέϋνσιανής σχολής στην επιστήμη της οικονομίας, ήταν Άγγλος οικονομολόγος, καθηγητής πανεπιστημίου και συγγραφέας. Στο βιβλίο του «Οι οικονομικές Συνέπειες της Ειρήνης» το 1919 προέβλεπε ότι η Γερμανία δεν θα μπορούσε να πληρώσει τις πολεμικές αποζημιώσεις που απαίτησαν από αυτήν οι νικητές και γι’ αυτό θα οδηγηθεί πάλι σε πόλεμο μεγαλύτερης κλίμακας αυτής τη φορά. Η ίδια η ιστορία τον δικαίωσε.

Στο δεύτερο βιβλίο του «Γενική Θεωρία της Απασχόλησης του Τόκου και του Χρήματος» απέδειξε ότι για να λυθεί το πρόβλημα της ύφεσης και της ανεργίας που αντιμετώπιζε ο δυτικός κόσμος, θα έπρεπε το κράτος να χρηματοδοτήσει την οικονομία και τις επιχειρήσεις, κι αυτός ήταν ο ασφαλέστερος δρόμος για να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.

Η ρύθμιση του Κέϋνς προέβλεπε την αναδιανομή μέρους των κερδών των επιχειρήσεων στις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες προκειμένου να αποφεύγεται η κοινωνική οργή και οι αναταραχές. Σε περιόδους οικομονικής κρίσης (όπως αυτή που διανύουμε σήμερα) ο Κέϋνς πρότεινε την αύξηση των δημοσίων δαπανών, οι οποίες θα πρέπει να ξοδεύονται ως επιδόματα ανεργίας ή ως κοινωνικές παροχές όχι για να επιτευχθεί αναδιανομή του πλούτου, αλλά για να επανέλθει η κανονικότητα και η ισορροπία στις κοινωνίες. Θεωρεί εγκληματική την αύξηση της φορολογίας σε περιόδους κρίσης και προτρέπει τις κυβερνήσεις σε αύξηση των ελλειμάτων (σε περιόδους κρίσης) τα οποία θα χρηματοδοτούνται από πλεονάσματα στις καλύτερες εποχές.

Το μοντέλο του Κέϋνς υιοθετήθηκε από όλο το Δυτικό Κόσμο και κυριάρχησε μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 80. Οι δύο πετρελαϊκές κρίσεις (τεχνητές για τους περισσότερους οικονομικούς αναλυτές) και η παταγώδης αποτυχία των σοσιαλιστικών οικονομιών, κατεύθυνε τις κυβερνήσεις των χωρών, προς τις ιδιωτικοποιήσεις, στην απορρύθμιση (dere gulation) και στην συρρίκνωση του δημοσίου τομέα, θεωρώντας, ότι έτσι θα έδιναν νέα ώθηση στις οικονομίες. Η παγκόσμια οικονομική ελίτ είχε πετύχει το στόχο της. Η ιδεολογική κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού ήταν τέτοια ,που λίγα χρόνια αργότερα θεωρήθηκε, ως επίσημη ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης.

Σήμερα, στο λυκόφως του 2016, ο όρος εθνική οικονομία έχει εκφυλιστεί. Δεν υπάρχει. Όλα δρομολογούνται, καθοδηγούνται και καθορίζονται με «τη συναίνεση της Ουάσιγκτον». Την έδρα δηλαδή της Διεθνούς Τράπεζας, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, του Διεθνούς οργανισμού Εμπορίου, του ΟΟΣΑ και διαφόρων άλλων παγκόσμιων οργανισμών.

Τι σημαίνει λοιπόν στην πράξη νεοφιλελευθερισμός: Παγιωμένη πολιτική λιτότητας μέσα από μία σειρά «νομισματικών παιχνιδιών», υψηλή φορολογία πολιτών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αυστηρός έλεγχος δημοσιονομικών δαπανών, συμπίεση (έως και εξάντληση) των εισοδημάτων, περιορισμός (έως κατάργηση) της ιδιοκτησίας.

Δεκανίκια των πολυεθνικών

Είναι κατανοητό ότι η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα, εκμηδένισε τις επιλογές των πολιτών. Στην ουσία διαλέγουμε ποιος θα μας σκοτώσει. Από το 2010 και μετά, όλες οι κυβερνήσεις , άλλες περισσότερο ( Παπανδρέου, Σαμαράς) άλλες λιγότερο (κυβέρνηση Τσίπρα) έγιναν ‘’δεκανίκια’’ των πολυεθνικών και ακολούθησαν συνειδητά ή αναγκαστικά τους κανόνες της παγκοσμιοποίησης, που υπαγορεύουν ΄΄θάνατο΄΄ στους μικροεπαγγελματίες και κατακόρυφη αύξηση της κερδοφορίας των πολυεθνικών. Λυπάμαι που το λέω, αλλά ως κοινωνία κοιμόμαστε τον ύπνο του δικαίου και ‘’καταπίνουμε αμάσητα’’ οποιαδήποτε νεοφιλελεύθερη σαβούρα μας σερβίρουν. Πόσο αφελής μπορεί να είναι κάποιος, αν πιστεύει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, (το πιο αντιπροσωπευτικό πολιτικό δείγμα του άκρατου νεοφιλελευθερισμού)- εφόσον γίνει πρωθυπουργός- θα προωθήσει πολιτικές που θα βγάλουν τον λαό από τη φτώχεια και την ανεργία;

Η καραμέλα περί ανταγωνιστικής οικονομίας που θα επιτευχθεί μέσω μειώσεων μισθών και συντάξεων, με κατάργηση κοινωνικών παροχών και με αυτορύθμιση των αγορών, πιπιλίζεται από βολεμένους πολιτικούς που νοιάζονται μόνο για τον μισθό τους και την καριέρα τους. Ποσώς ενδιαφέρονται για την πατρίδα. Ποσώς ενδιαφέρονται για τους Έλληνες που μαραζώνουν μέρα με τη μέρα.

–      Ας μας πει κάποιος από τους φωστήρες του πολιτικού μας κόσμου, πως θα δικαιωθεί η εργασία των ανθρώπων με μισθούς Βουλγαρίας που από το πρώτο μνημόνιο προβλέπονται –και υπέγραψαν οι περισσότεροι- ως τελικός στόχος;

–      Που θα βρεθεί καταναλωτής να αγοράσει τα προιόντα των πολυεθνικών που σας καθοδηγούν;

–      Τι σχέση έχει ο αθέμιτος ανταγωνισμός που ΕΣΕΙΣ με τις πολιτικές σας καθιερώσατε, με την οικονομική δικαιοσύνη και τον δίκαιο επιμερισμό των φορολογικών βαρών;

Ότι κι αν κάνετε, όσο κι αν σφίγγετε το σχοινί στο λαιμό των άνεργων και εξαθλιωμένων ανθρώπων, να θυμάστε ότι η ανθρώπινη φύση όταν πιεστεί, αντιδρά. Και κάποιες φορές έχει τόση οργή και τόσο πόνο, που η αντίδραση γίνετε εκδίκηση. Όσο ξεχνάτε ότι η οικονομία πρέπει να υπηρετεί τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος την οικονομία, τόσο θα ελοχεύει ο κίνδυνος μιας κοινωνικής εξέγερσης για την οποία , οι μοναδικοί υπεύθυνοι θα είστε εσείς. Οι εντολολήπτες της νέας τάξης πραγμάτων, οι τοποτηρητές της παγκόσμιας ‘’νεοφεουδαρχικής’’ κλίκας. Εσείς, οι νεοφιλελεύθεροι εργολάβοι μιας θανατηφόρας παγκόσμιας ασθένειας (παγκοσμιοποίηση) που σκοτώνει ψυχές και γεννά μερίσματα και χρήμα.

ΥΓ: Ποτέ στο παρελθόν, οι δύο τάσεις των αντίθετων οικονομικών θεωριών (φιλελεύθερες και σοσιαλιστικές) δεν προχώρησαν σε διάλογο. Ποτέ δεν μείωσαν τις αποστάσεις που τις χώριζαν, γιατί στην ουσία και οι δύο κατέληγαν στο ίδιο σημείο. Στην κατάργηση της ιδιοκτησίας και στην καταρράκωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Οι μεν φιλελεύθερες στόχευαν στην παράδοση της οικονομίας στις πολυεθνικές, οι δε σοσιαλιστικές στην κρατικοποίηση της οικονομίας.